Μουσικό ¨64

Το  “Αξιον Εστί”  του Οδυσσέα Ελύτη (1) και του Μίκη Θεοδωράκη με τραγουδιστή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση που παρουσιάζεται έπειτα από πολλές περιπέτειες στο θέατρο Rex είναι το μουσικό έργο που σημαδεύει το 1964.  Στις 19 Οκτωβρίου 1964 παρουσιάζεται το “άξιον εστί”  στο θέατρο Κοτοπούλη (Ρεξ).  Συμμετέχουν η “μικρή ορχήστρα Αθηνών”,  η “μικτή χορωδία  Θάλειας Βυζαντίου”  και η  λαϊκή ορχήστρα με  σολίστ τον  Γρηγόρη Μπιθικώτση,  τον  Μάνο Κατράκη και τον Θεόδωρου Δημητρίεφ(2).   Ο  Οδυσσέας Ελύτης δηλώνει για το έργο του:  “ δεν έγραψα το έργο μου για να μελοποιηθεί. Αν το έγραφα,  δεν θα χρησιμοποιούσα τους αυστηρούς ποιητικούς κανόνες που ακολούθησα και που όσο να’ ναι δυσκολεύουν το συνθέτη στην μελοποίηση. Παρα ταύτα το “άξιον εστί” όπως το δημιούργησε ο Μίκης Θεοδωράκης νομίζω ότι είναι ένας σταθμός για τη μουσική του συνθέτη και την ελληνική μουσική γενικότερα.  Διότι η μουσική είναι έχει καθαρά ελληνικές ρίζες όπως και το έργο μου.”   Ο Μίκης από τη μεριά του δηλώνει:  “Το έργο αυτό το παρουσιάσαμε στο κοινό πέντε χρόνια μετά την ολοκληρωτική στροφή μου προς την λαϊκή μας μουσική που άρχισε με τον  ”Επιτάφιο”  του Γιάννη Ρίτσου,  το καλοκαίρι του 1959. Είχα πει τότε πως μπαίνω μέσα στο στίβο του Λαϊκού μας τραγουδιού σαν ένας μαθητής που φιλοδοξεί να γράψει το ίδιο απλά και αυθόρμητα όσο και οι λαϊκοί  μας συνθέτες.  Δεν είναι σχήμα λόγου αυτό αλλά μια απλή πράξη ζωής”.
Την ίδια χρονιά,  το 1964 δηλαδή,  ο  Αλέκος Πατσιφάς(3)  ιδρύει την ¨ΛΥΡΑ”,  μια καινούργια δισκογραφική εταιρεία,  θέτοντας τα θεμέλια του “Νέου Κύματος”, συσπειρώνοντας  γύρω του πολλούς πνευματικούς ανθρώπους.  Λίγο αργότερα ο Μάνος Χατζιδάκις παρουσιάζει στο κοινό της Αθήνας την “πειραματική ορχήστρα” σε μία συναυλία που πραγματοποιείται με μεγάλη επιτυχία στο Ηρώδειο στα πλαίσια του φεστιβάλ Αθηνών.
Αυτή τη χρονιά δημοσιεύεται επίσης στο περιοδικό “ Πάλι”(4),  ένα δοκίμιο του Κώστα Ταχτσή με τίτλο “Ζεϊμπέκικο 1964”(5) που περιγράφει πολύ ζωντανά την κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει το λαϊκό τραγούδι.  Γράφει: “μα ξέρω πως μια εποχή το να τραγουδά ζεϊμπέκικα έκανε κάποια φρύδια να ορθώνονται,  δημιουργούσε αίσθημα φόβου ή και ενοχής και ξαφνικά αλλά  πόσο ξαφνικά είναι δύσκολο να το πει κανείς, όχι μόνο έγιναν νόμιμα, όχι μόνο άρχισα να παίζονται στο ραδιόφωνο, μα ήταν σαν  να μην υπήρξαν ποτέ κανενός άλλου είδους ελληνικά ή  ξένα  τραγούδια ώσπου φτάσαμε στη σημερινή κατάσταση να καταλαμβάνουν τα τρία τέταρτα των ραδιοφωνικών προγραμμάτων.

….Από κει και πέρα,  συνεχίζει,  το πράγμα πήρε φόρα και δε συμμαζεύεται.  Οι αστοί αντιστάθηκαν.  Μα γρήγορα κατάλαβαν το μάταιο της προσπάθειας. Με τη γνωστή λοιπόν μέθοδο της εκλογικεύσεως  ή την επίσης γνωστή τακτική της  εξουδετερώσεως διά της περιέξεως,  το αγκάλιασμα, τάκαναν  δικά τους. Είναι  πάντα ο καλύτερος τρόπος ευνουχισμού μιας “ επαναστασεως” - φτηνός, ασφαλής  και  αναίμακτος. Αρχισαν  να κάνουν νυχτερινές οδοιπορίες προ τις διάφορες ταβέρνες με ορχήστρα από μπουζούκια,  οι τιμές στα μενού ανέβηκαν,  οι μπουζουκτσήδες το πήραν πάνω τους,  κολακεύτηκαν,  είδαν πως είχαν ανακαλύψει ένα χρυσωρυχείο,  κουμπώθηκαν, φόρεσαν  ακόμα  και  σμόκιν, άρχισαν να ποικίλουν το πρόγραμμα όλο και περισσότερο με τά ανωδυνώτερα, άδεια  απο οποιοδήποτε  μήνυμα  ή  σκέψη  αλλά   γαργαλιστικώτερα μέσο ανατολίτικα τσιφτετέλια,  οι τιμές ξανανέβηκαν,  αλλά ο αληθινός  λαός τρόμαξε,  αποσύρθηκε σε  άγνωστες ταβέρνες,  με άγνωστες  ακόμη ορχήστρες. Οι εκκεντρικοί  και οι αστοί τις ανακάλυψαν,  έπιασαν τα τραπέζια και εκεί,  ωσπου ο λαός  μη βρίσκοντας ποια θέση να καθήσει,  αναγκάστηκε να μαζεύεται απ’έξω,  και να χαζεύει τις ορχήστρες,  τους αμερικανούς και τους αστούς,  για να ακούει τα τραγούδια που βγήκαν μέσα από αυτόν μα που ήταν πια πολύ ακριβά για την τσέπη του…..
Συμπερασματικά με την συνέργια μερικών καλοπροαίρετων  και πολλων  ασυνείδητων ή   ανοήτων ανθρώπων,  έλαβε χώρα μπροστά στα μάτια μας μια καταπληκτική ληστεία:  του δικαιώματος του λαού  να κλαίει,  τουλάχιστον  τη μοίρα  του.  Τα  ζεϊμπέκικα έγιναν   καθεστηκυία  τάξη  πραγμάτων, καθιερώθηκαν, έχασαν την αιχμή τους,  το νόημά τους,  έγιναν με τη σειρά τους τα κατοχικά τανγκό της εποχής  μας.  Ελληνικότερα  βέβαια  αυτά  από τα  ταγκό,  αλλά τι τα θέλετε,  δεν μιλάνε πια για κοινωνικές αδικίες,  ούτε για τα φαρμάκια της ζωής,  δεν διαμαρτύρονται, ι καταφάσκουν. Μιλάνε για μικρο-αστικές ψευτο- ηδονές και ψευτο-στεναχώριες..

Σημειώσεις - Παραπομπές: 
1.  Το «Άξιον εστί» είναι ένα λαϊκό ορατόριο για βαρύτονο, λαϊκό τραγουδιστή, αφηγητή, λαϊκή ορχήστρα, συμφωνική ορχήστρα και χορωδία. Γράφτηκε στην Αθήνα και το Παρίσι από τον Μίκη Θεοδωράκη, που το ξεκίνησε το 1960 και το ολοκλήρωσε το 1963. Είναι ένα έργο - σταθμός στην ιστορία όχι μόνο της ελληνικής μουσικής. Ηχογραφήθηκε για πρώτη φορά το 1964, με τη φωνή τού Γρηγόρη Μπιθικώτση, τον Μάνο Κατράκη, τον Θόδωρο Δημίτριεφ  και τη Χορωδία της Θάλειας Βυζαντίου. Από τότε, έχει ηχογραφηθεί άλλες τρεις φορές, ενώ έχει παρουσιαστεί σε πολλές εκτελέσεις σε όλον τον κόσμο. Όμως, η πρώτη ηχογράφηση παραμένει ιστορική, αφού οι τεχνικές δυσκολίες ήταν τεράστιες και είναι απίστευτο πως ολοκληρώθηκε. Αποκαλώντας το «βήμα προς τη μετασυμφωνική μουσική», ο Μίκης Θεοδωράκης επισημαίνει: «Το “Άξιον εστί” του Ελύτη αποτελεί ένα μνημείο της σύγχρονης ελληνικής τέχνης. Το έργο διατρέχει ολόκληρη την ιστορική περίοδο του ελληνικού έθνους. Από τη γένεση “αυτού του κόσμου του μικρού, του μέγα”, έως την προφητική ενόραση των δεινών που επισώρευσε επάνω μας η δικτατορία… Με το “Άξιον εστί”, προσπάθησα να διευρύνω τους ορίζοντες της έντεχνης λαϊκής μουσικής».

2. https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%98%CE%B5%CF%8C%CE%B4%CF%89%CF%81%CE%BF%CF%82_%CE%94%CE%B7%CE%BC%CE%AE%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%B5%CF%86
3.   https://www.tanea.gr/2017/08/25/opinions/alekos-patsifas/
4.   http://www.avgi.gr/article/10812/3543383/periodiko-pali-penenta-chronia-meta
5.   https://www.rebetiko.gr/arthra.php?article=289

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΚΙΟΥΠΛΙΑ ΒΙΘΥΝΙΑΣ Μ. ΑΣΙΑ

ΦΟΥΛΑΤΖΙΚ (ΦΩΛΙΤΣΑ) ΒΙΘΥΝΙΑΣ